- θεοτόκιο
- θεοτόκιο τοбогородичен, богородичный тропарь
Η εκκλησία λεξικό (Церковный словарь Назаренко). 2013.
Η εκκλησία λεξικό (Церковный словарь Назаренко). 2013.
Άρτα — Πόλη (υψόμ. 30 μ., 19.435 κάτ.) της Ηπείρου, πρωτεύουσα του νομού Άρτης (βλ. λ.) και έδρα του ομώνυμου δήμου (βλ. λ. Αρταίων, δήμος). Η πόλη είναι χτισμένη στην αριστερή όχθη του κάτω ρου του ποταμού Αράχθου, στην προσχωσιγενή πεδιάδα της Ά. ή… … Dictionary of Greek